Illustration from: http://jpbohannon.com/




IPA President Stefano Bolognini was interviewed on 4 September, 2013 by Filippo La Porta. The interview entitled ' Everything you every wanted to know about psychoanalysis' originally appeared in the online journal: Europa Quotidiano.


The interview has been translated into:  French, Spanish, Italian, German, Swedish,  Hebrew, Croatina, Dutch, Portugese and Turkish.

........................................................................................................................................................................................................................................................................................................


Translation by: Christos Hombas,  Nicholas Lamnidis  (Hellenic Psychoanalytic Association)
 


Όλα όσα πάντοτε θέλατε να γνωρίζετε για την ψυχανάλυση

Συνέντευξη του Προέδρου της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Ένωσης Stefano Bolognini

στον Ιταλό δημοσιογράφο Filippo La Porta, στις 4/9/2013.

Σε μια συνέντευξη με τον Stefano Bolognini, τον πρώτο Ιταλό που εξελέγη πρόεδρος της ΔΨΕ (Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Ένωσης), τον ρώτησα όλα όσα ήθελα πάντα να μάθω, και δεν είχα ποτέ πριν ρωτήσει, για την ψυχανάλυση.

Οι άνθρωποι λένε «είμαι σε ανάλυση...» ενώ στην πραγματικότητα έχουν ξεκινήσει ψυχοθεραπεία. Ποιά είναι η θεμελιώδης διαφορά μεταξύ των δύο;

Η διαφορά είναι παρόμοια μ’ εκείνη που υπάρχει ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που ζουν μαζί και (σε άλλους δύο που) βλέπονται μία φορά την εβδομάδα. Στην ανάλυση, εκτός από τη διάταξη (ντιβάνι αντί για πολυθρόνα), η συχνότητα συμβάλει στο βάθος της εξερεύνησης και του συναισθηματικού δεσμού ανάμεσα στον αναλυτή και τον ασθενή. Πρόκειται για μια «ψυχική συγκατοίκηση».

Η ψυχανάλυση είναι ένα πολιτισμικό γεγονός, ένας συνδυασμός ψυχολογικών θεωριών σχετικών με ορισμένες πτυχές της ανθρώπινης ψυχο-νοητικής λειτουργίας, αλλά πρωτίστως είναι μία μορφή θεραπείας. Έχει νόημα να εισέλθει κανείς σε ανάλυση με την ξεκάθαρη επιδίωξη μίας διανοητικής περιπέτειας και μίας εμπειρίας μάθησης;

Τριάντα χρόνια πριν, όταν πολλοί διανοούμενοι ξεκινούσαν ανάλυση με σκοπό να εμπλουτίσουν τον εσωτερικό τους κόσμο και όχι τόσο για να θεραπευτούν μέσω της αλλαγής, πολύ συχνά ανακάλυπταν ότι η διανοητικοποίηση μπορεί να ήταν, τουλάχιστον εν μέρει, μία άμυνα. Αυτό δεν συμβαίνει τώρα πια: η ανάλυση απαιτεί μία οικονομική θυσία – που παλιότερα γινόταν με περισσότερη ευχέρεια – και οι άνθρωποι, τώρα, «ξεγελούν του εαυτούς τους» πολύ λιγότερο και πηγαίνουν κατευθείαν στην καρδιά του ζητήματος: πόσο υποφέρουν και τι χρειάζονται.

Καθώς η ψυχανάλυση αποσκοπεί στη κατανόηση των προβλημάτων του ατόμου, γιατί χρησιμοποιείται, και μάλιστα με ακατάλληλο τρόπο, για τη κατανόηση της κοινωνίας;

Η εφαρμογή της ψυχανάλυσης στις ζωές των ομάδων και των κοινωνιών ξεκίνησε το 1921 όταν ο Freud έγραψε το Ομαδική Ψυχολογία και Ανάλυση του Εγώ. Το μοντέλο της ατομικής ψυχικής ζωής δεν μπορεί να εφαρμοστεί αυτούσιο στη ψυχολογία της κοινωνίας συνολικά: ούτε, ωστόσο, μπορούν να αγνοηθούν κάποιες αναλογίες μεταξύ ορισμένων ψυχικών και φαντασιωσικών δομών των μεγάλων ομάδων και εκείνων του ατόμου. Η ποιότητα αυτών των παρατηρήσεων εξαρτάται από εκείνον που τις κάνει...

Στη ψυχανάλυση ο ψυχισμός υπερισχύει της ηθικότητας. Ο ψυχαναλυτής τείνει να μην κρίνει. Στην Ιταλία, όπως είπε και ο Flaiano, έχουμε μόνο έναν εχθρό, «τον διαιτητή στους ποδοσφαιρικούς αγώνες, επειδή επιδίδεται σε κρίση». Θα μπορούσαν όλα αυτά να μας απαλλάσσουν των ευθυνών;

Στο πλαίσιο της διαστροφής, η σύγχυση μεταξύ καλού και κακού χρησιμοποιείται στρατηγικά έτσι ώστε να αποπροσανατολίσει το υποκείμενο και να το κάνει να χάσει την εσωτερική του επαφή με αυτές τις βασικές διακρίσεις. Η τεχνική της ψυχανάλυσης απαιτεί να μένουμε «συγκρατημένοι», εν αναμονή των συνειρμών του αναλυόμενου. Προκειμένου να μπορέσουν να ξανοιχτούν στην εξερεύνηση της εσωτερικής τους ζωής, οι ασθενείς χρειάζεται να νοιώσουν ότι έχουν ακουστεί με αμεροληψία. Ωστόσο, όταν η σύγχυση έχει μία διαστροφική καταγωγή ο αναλυτής πρέπει να αποσαφηνίσει τη δυναμική της. Η ψυχανάλυση ζητάει από τον ασθενή να αναλάβει ενσυνείδητη ευθύνη: για παράδειγμα, οι ασθενείς δεν είναι «ένοχοι» για τις απωθημένες ή συνειδητές επιθυμίες τους, όσο δεν γίνονται έμπρακτες. Φέρουν όμως «ευθύνη» για αυτές και, καθώς ωριμάζουν, αναγνωρίζουν την ύπαρξη και το νόημά τους. Μπορεί να επιθυμούν να σκοτώσουν τον εχθρό τους (δεν μπορούμε να «αποφασίσουμε» τα συναισθήματα και τις φαντασιώσεις) αλλά θα πρέπει, με ευθύνη, να μην τον κάνουν.

Η ψυχανάλυση δίνει στον καθένα από εμάς τη θελκτική δυνατότητα να βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Ο αναλυτής μετατρέπει την ίδια μας την ύπαρξη σε ένα συναρπαστικό αφήγημα. Δεν υπάρχει ο κίνδυνος αυτό να ικανοποιεί το ναρκισσισμό των ανθρώπων;

Ναι, αν και σε πολλές περιπτώσεις είναι ακριβώς αυτό που έχουν ανάγκη ορισμένες από τις λιγότερο εξελιγμένες πλευρές των ασθενών. Στη πλειοψηφία των περιπτώσεων, πάντως, δεν πρόκειται για παραχάϊδεμα σε ένα ναρκισσιστή αλλά μάλλον για απόδοση αξίας και αίσθησης εαυτού σε ανθρώπους (ή σε εκείνα τα εσωτερικά τους μέρη) που δεν έτυχαν μίας δεκτικής περίεξης κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής τους. Παρόλα αυτά υπάρχουν και οι πραγματικοί ναρκισσιστές: αυτοί θα βρουν την αντίθετη ακριβώς απόκριση, από πλευράς τεχνικής, κάτι που αποσκοπεί στο να αναγνωρίσουν και να μετασχηματίσουν τη στάση τους.

Εγώ δε ξεκίνησα ποτέ ανάλυση γιατί είμαι επιφυλακτικός απέναντι στην άνιση σχέση με τον αναλυτή, ο οποίος «φύσει» τείνει να καταχράται τη δύναμή του.

Η σχέση δεν είναι ισότιμη και δεν θα μπορούσε ούτε θα έπρεπε να είναι γιατί ο αναλυτής έχει μία θεμελιώδη λειτουργική ευθύνη κατά την εργασία με τον ασθενή. Ωστόσο, σ’ ένα ανθρώπινο επίπεδο, υπάρχει απόλυτη ισοτιμία μεταξύ των δύο: είναι και οι δύο άνθρωποι και έτσι πρέπει να αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλον.

Αυτό που συμβαίνει, σχεδιασμένα, στην πορεία της ψυχαναλυτικής σχέσης, συνέβαινε φυσιολογικά για αιώνες και «γεννιόταν με ενθουσιώδη αυθορμητισμό από την αφοσίωση και τη στοργή» (Adorno), χωρίς την ανάγκη του «τεχνάσματος» και της τελετουργίας των ψυχαναλυτικών συνεδριών. Πριν το Freud η ανθρωπότητα ήταν πραγματικά σε τόσο χειρότερη θέση;

Η ψυχανάλυση, όταν διεξάγεται με ορθό τρόπο, είναι ένας πιο εστιασμένος και με επίγνωση τρόπος για να δοθεί στο άτομο αυτό που έχει ανάγκη για να ωριμάσει. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που από τη φύση τους γνωρίζουν πώς να σχετίζονται με τους άλλους σε βάθος και με ενσυναίσθηση, και αυτό είναι ένα πολύτιμο δώρο. Η ψυχαναλυτική ενσυναίσθηση είναι όμως, τεχνικά, κάτι άλλο: έχει μία διαφορετική τεχνική πολυπλοκότητα, για παράδειγμα περιλαμβάνει τη δυνατότητα συντονισμού με διάφορα μέρη του ασθενούς τα οποία μπορεί να βρίσκονται σε αντίθεση μεταξύ τους, όπως η αγάπη και το μίσος που βιώνονται ταυτόχρονα προς το ίδιο πρόσωπο...

Υπάρχουν άλλοι τρόποι εκτός από τη ψυχανάλυση για να διεργαστεί κανείς αυτό που τον κάνει να υποφέρει· όπως με το χορό, σύμφωνα με αυτό που μου είπε κάποτε ο ψυχαναλυτής Elvio Fachinelli;

Ναι υπάρχουν άλλοι τρόποι, που διαφέρουν ανάλογα με την περίπτωση, και που μπορούν να βοηθήσουν πολύ έναν άνθρωπο. Παρόλα αυτά, έχουν μία διαφορετική και πιο εντοπισμένη επίδραση και μερικές φορές μόνο επιφανειακή. Αυτές οι δραστηριότητες μπορούν να είναι χρήσιμες αλλά σπάνια θα επιφέρουν αληθινή μεταλλαγή στη δομή, ανθεκτική στο χρόνο.

Για κάποιους θεραπευτές το ασυνείδητο, σήμερα, έχει σχεδόν απαλειφθεί: οι άνθρωποι δεν απωθούν ούτε σβήνουν τίποτα πια (το υπερεγώ δεν μας απαγορεύει τίποτα, αντίθετα μας ενθαρρύνει στο να ενδίδουμε, γιατί αυτό αυξάνει τον καταναλωτισμό). Συνεπώς το πρόβλημά μας δεν είναι τόσο το πώς να «απελευθερώσουμε εαυτούς» όσο το πως να ενδυναμώσουμε ένα όλο και πιο εύθραυστο εγώ.

Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Όχι με την έννοια ότι το ασυνείδητο δεν υφίσταται πλέον καθόλου αλλά με την έννοια ότι αφορά λιγότερο το απωθημένο, ενώ το κεντρικό εγώ είναι πιο αδύναμο, πιο κατακερματισμένο και σε σύγχυση. Στο παρελθόν, οι άνθρωποι είχαν ανάγκη να απαλλαγούν από ένα καταπιεστικό υπερεγώ, σήμερα έχουν ανάγκη να επαν-απαρτιωθούν, να βρουν αξιόπιστα «αντικείμενα» (με την έννοια των ανθρώπων και των σχέσεων) και να μπορέσουν να οικοδομήσουν σχέσεις που θα έχουν κοινή λογική και συνεκτικότητα. Ο σύγχρονος άνθρωπος είναι συχνά αλαζόνας, μπερδεμένος και, ειλικρινά, σε πολύ μεγαλύτερη ψυχική ένδεια απ’ όσο νομίζετε.

Μετάφραση: Χρήστος Χομπάς,

Επιμέλεια: Νίκος Λαμνίδης.